Συχνά οι καρδιές των παιδιών που γεννιούνται πρόωρα, εμφανίζουν αφύσικη ανάπτυξη και λειτουργικές ανεπάρκειες.
Ο δρ Άνταμ Λεβαντόφσκι και οι συνεργάτες του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, με επικεφαλής τον καθηγητή Πολ Λίζον, σε παλιότερη έρευνα έδειξαν ότι οι ενήλικες που γεννήθηκαν πρόωρα έχουν μικρότερους θαλάμους και παχύτερα τοιχώματα στην καρδιά.
Οι μεταβολές στην καρδιά προκύπτουν κατά τους πρώτους μήνες μετά τη γέννηση και ως εκ τούτου η ομάδα ήθελε να διερευνήσει κατά πόσον ο τρόπος που το μωρό τρεφόταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μπορεί να είναι σε θέση να αλλάξει τον τρόπο που αναπτύσσεται η καρδιά.
Ο δρ Λεβαντόφσκι, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας, εξήγησε: «Είχαμε ήδη δεδομένα για περισσότερα από 900 άτομα που ακολουθούσαμε από τη γέννησή τους ως μέρος μιας προηγούμενης μελέτης, η οποία ξεκίνησε το 1982, σχετικά με τις επιπτώσεις της διατροφής σε πρόωρα βρέφη. Καλέσαμε τα άτομα που είχαμε ακολουθήσει σε όλη τους τη ζωή να έρθουν στην Οξφόρδη για μια λεπτομερή καρδιαγγειακή μελέτη. Χρησιμοποιήσαμε αυτές τις πληροφορίες για να διερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο η διατροφή μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη της καρδιάς σε μακροπρόθεσμη βάση.»
Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Pediatrics της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής οι ενήλικες που είχαν γεννηθεί πρόωρα και είχαν θηλάσει εμφάνισαν καλύτερη καρδιακή λειτουργία σε σχέση με εκείνους που τρέφονταν μόνο με γάλα φόρμουλα. Ωστόσο και τα παιδιά που μεγάλωσαν με ένα συνδυασμό θηλασμού και βρεφικού γάλατος, όσο περισσότερος ήταν ο θηλασμός στο μίγμα, σε τόσο πιο ομαλή κατάσταση ήταν η καρδιά τους, όταν είχαν ενηλικιωθεί.
«Ακόμη και το καλύτερο βρεφικό γάλα δεν περιέχει ορισμένους παράγοντες ανάπτυξης, ένζυμα και αντισώματα, που υπάρχουν στο γάλα του θηλασμού», δήλωσε ο Λεβαντόφσκι.