Οι περισσότερες γυναίκες βιώνουν εξάψεις και νυχτερινή εφίδρωση, είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης, αλλά μια σημαντική μειοψηφία δεν έχει κανένα από αυτά τα συμπτώματα.
Σε πρόσφατη μελέτη που διεξήχθη από το UCLA, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι οι παραλλαγές γονιδίων που επηρεάζουν έναν υποδοχέα στον εγκέφαλο μπορεί να ρυθμίσουν την απελευθέρωση των οιστρογόνων. Οι γυναίκες που έχουν αυτές τις παραλλαγές είναι πιο πιθανό να έχουν εξάψεις από τις γυναίκες που τους λείπει.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Καρολάιν Κράνταλ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Λος ‘Αντζελες (UCLA), έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Menopause» της βορειοαμερικανικής Εταιρείας Εμμηνόπαυσης, ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 17.700 γυναίκες ηλικίας 50 έως 79 ετών.
Οι γυναίκες απάντησαν σε ερωτηματολόγιο σχετικά με το αν είχαν εξάψεις και παράλληλα έδωσαν δείγμα DNA. Οι επιστήμονες έκαναν ανάλυση γονιδιωμάτων και συσχέτισαν τις γενετικές πληροφορίες με την εμφάνιση, τη συχνότητα και την ένταση των εξάψεων.
Με αυτόν τον τρόπο, εντόπισαν 14 γονιδιακές παραλλαγές -όλες στο χρωμόσωμα 4- που φαίνονται να αυξάνουν την πιθανότητα εξάψεων. Τα γονίδια αυτά επηρεάζουν τις εντολές του εγκεφάλου για την απελευθέρωση των ορμονών οιστρογόνων στο σώμα. Τα ευρήματα θα πρέπει να επιβεβαιωθούν από μελλοντικές μελέτες.
«Αν μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους γενετικούς παράγοντες που σχετίζονται με τις εξάψεις, θα μπορούσαμε να βρούμε νέες θεραπείες για την ανακούφισή τους» δήλωσε η Κράνταλ.