Τα μωρά πρέπει να κοιμούνται στο δωμάτιο των γονιών τους τον 1ο χρόνο

Για να μειωθεί ο κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου, τα μωρά πρέπει να κοιμούνται στο ίδιο δωμάτιο με τους γονείς τους, αλλά στις δικές τους κούνια κατά το πρώτο έτος της ζωής, σύμφωνα με τις νέες συστάσεις της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας (AAP).

Η νέα δήλωση των γιατρών εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι τα μωρά πρέπει να κοιμούνται ανάσκελα, σε μια σκληρή επιφάνεια χωρίς παιχνίδια και κουβέρτες, μια κατευθυντήρια γραμμή που έχει τεθεί σε εφαρμογή από το 1990 και έχει μειώσει αιφνίδιων θανάτων βρεφών κατά περίπου 50%.

Η έκθεση αυτή παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο του AAP που πραγματοποιείται στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας και δημοσιεύθηκε και στο Διαδίκτυο στο ιατρικό περιοδικό Pediatrics.

Πρόκειται για την πρώτη σύσταση που κάνει η AAP από το 2011 με στόχο τη δημιουργία ενός πιο ασφαλούς περιβάλλοντος ύπνου για τα βρέφη.

«Θέλουμε να φτιάξουμε έναν ξεκάθαρο και απλό οδηγό για τον τρόπο κα τον τόπο που θα πρέπει να κοιμάται», εξήγησε η Ρέιτσελ Μουν μια από τις συντάκτριες της έκθεσης. Περίπου 3.500 μικρά παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο στις ΗΠΑ την ώρα που κοιμούνται εξαιτίας του συνδρόμου αιφνίδιου θανάτου ή από πνιγμό.

Η θνησιμότητα στα νεογέννητα στις ΗΠΑ είχε μειωθεί τη δεκαετία του 1990 έπειτα από μια εθνική εκστρατεία για τη βελτίωση της ασφάλειάς τους στη διάρκεια του ύπνου, όμως μετά έμεινε στάσιμη.

Παράλληλα η Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία τονίζει ότι αμέσως μετά τη γέννηση και για τουλάχιστον μία ώρα το νεογέννητο θα πρέπει να είναι σε επαφή δέρμα με δέρμα με τη μητέρα του, ανεξάρτητα από το αν θηλάζει ή όχι και ανεξαρτήτως από το αν γεννήθηκε με φυσιολογικό τοκετό ή καισαρική. Με αυτό τον τρόπο το νεογέννητο αισθάνεται πιο ασφαλές, η θερμοκρασία του σώματός του διατηρείται πιο σταθερή, όπως και οι καρδιακοί του παλμοί.

Επίσης φαίνεται ότι ο θηλασμός προσφέρει επιπλέον προστασία εναντία στο σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου. Μετά το τάισμα η APP συνιστά το μωρό να μεταφέρεται στην κούνια του. Έρευνες έδειξαν επίσης ότι ο ύπνος ανάσκελα μείωσε κατά 53% τα ποσοστά αιφνίδιου θανάτου από το 1992 ως το 2001.