Νέα έρευνα διαπίστωσε ότι τα παιδιά που δεν ζουν και με τους δύο γονείς από την ηλικία των επτά έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αρχίσουν το ποτό και το κάπνισμα, ενώ είναι ακόμη στο δημοτικό σχολείο.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι η απώλεια του γονιού αυξάνει τον κίνδυνο για αλκοόλ, κάπνισμα και ναρκωτικά στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή, αλλά αυτή η έρευνα δείχνει ότι ο αυξημένος κίνδυνος αφορά ακόμη και την προεφηβεία.
Η νέα έρευνα από το University College του Λονδίνου μελέτησε τα στοιχεία από σχεδόν 11.000 παιδιά που είχαν γεννηθεί μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2000 και του Ιανουαρίου του 2002, κατά τη διάρκεια πέντε διαφορετικών σταδίων, όταν τα παιδιά ήταν εννέα μηνών, τριών, πέντε, επτά και 11 ετών.
Όταν τα παιδιά έφτασαν επτά, ένα στα τέσσερα ζούσε με τον ένα γονέα και διαπιστώθηκε ότι η ομάδα αυτή είχε 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να έχει δοκιμάσει το κάπνισμα από την ηλικία των 11 σε σύγκριση με εκείνα τα παιδιά που ζούσαν πάντα με τους δύο γονείς. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 1,5, όταν παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων την ηλικία της μητέρας κατά τη γέννηση και το επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων, ελήφθησαν υπόψη.
Ακόμα μία μελέτη της Millennium Cohort Study του Ηνωμένου Βασιλείου διαπίστωσε ότι τα παιδιά που είχαν χάσει έναν από τους γονείς τους πριν τα επτά τους, είχαν υπερδιπλάσια πιθανότητα να έχουν αρχίσει να καπνίζουν σε σχέση με τα άλλα παιδιά που δεν είχαν βιώσει τέτοια γονική απώλεια, ενώ ήταν 46% πιθανότερο να έχουν αρχίσει να πίνουν αλκοόλ.
Τα παιδιά που είχαν χάσει τον πατέρα ή τη μητέρα τους λόγω θανάτου, ήταν λιγότερο πιθανό να πίνουν αλκοόλ σε σχέση με τα παιδιά των οποίων οι γονείς είχαν χωρίσει. Όμως τα παιδιά που είχαν βιώσει την απώλεια λόγω θανάτου, είναι 12 φορές πιθανότερο να μεθάνε, όταν πίνουν, σε σχέση με παιδιά που έχουν βιώσει την απώλεια εξαιτίας διαζυγίου των γονιών.