Οι γυναίκες που εισέρχονται στην εμμηνόπαυση νωρίς, πριν από την ηλικία των 45 ετών, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν στεφανιαία νόσο, προειδοποιεί νέα ολλανδική επιστημονική έρευνα.
Ενώ για όσες έχουν εμμηνόπαυση μετά τα 50, ο κίνδυνος είναι μειωμένος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αλβανικής καταγωγής Τάουλαντ Μούκα του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Εράσμους του Ρότερνταμ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό καρδιολογικό περιοδικό «JAMA Cardiology», αξιολόγησαν (μεταανάλυση) 32 μελέτες που αφορούσαν συνολικά περίπου 310.300 γυναίκες.
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες που μπαίνουν σε εμμηνόπαυση σε ηλικία 50 έως 54 ετών, έχουν μειωμένο κίνδυνο για θανατηφόρο καρδιαγγειακό επεισόδιο, σε σχέση με τις γυναίκες που μπαίνουν πριν από τα 50.
Οι γυναίκες που εισέρχονται σε εμμηνόπαυση πριν τα 45, αντιμετωπίζουν αυξημένο κατά 50% κίνδυνο για στεφανιαία νόσο, κατά 20% αυξημένο κίνδυνο για πρόωρη θνησιμότητα καρδιαγγειακής αιτιολογίας, καθώς και κατά 12% για πρόωρο θάνατο από οποιαδήποτε αιτία (με εξαίρεση τα εγκεφαλικά).
Η μέση ηλικία εμμηνόπαυσης στη Δύση είναι τα 51 έτη. Σχεδόν μία στις δέκα γυναίκες (ποσοστό 10%) μπαίνει σε εμμηνόπαυση πριν τα 45. Εκτός από φυσικούς λόγους, η εμμηνόπαυση μπορεί να προκληθεί από χειρουργική επέμβαση ή άλλα ιατρικά αίτια.
Όπως είπαν οι ερευνητές, οι γυναίκες που έχουν εμμηνόπαυση πριν τα 45, πρέπει να φροντίσουν να μειώσουν την αρτηριακή πίεση, τη χοληστερόλη και το σάκχαρό τους, καθώς και όποιους άλλους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου.